Επίορκος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επίορκος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
perjuro, perjurer, perjurador, pessoa que jurou falso
Επίορκος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίορκος

επίορκος υπάλληλος τι σημαινει, επίορκος σημαίνει, επίορκος σημασία, επίορκος ερμηνεία, επίορκος ορισμός, επίορκος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επίορκος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επίμαχος στα πορτογαλικά - controverso, controversa, polêmico, controversos, polêmica
  • επίμονος στα πορτογαλικά - persistente, persista, persistir, persistentes, persistência, constante
  • επίπεδο στα πορτογαλικά - aplanar, plaina, posição, raso, grau, alface, igual, ...
  • επίπεδος στα πορτογαλικά - raso, liso, chato, plano, chão, apartamento, alargamento, ...
Τυχαίες λέξεις
Επίορκος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: perjuro, perjurer, perjurador, pessoa que jurou falso