Επεξεργασία στα πορτογαλικά

Μετάφραση: επεξεργασία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
processamento, elaboração, de elaboração, a elaboração, elaboração de, elaborar
Επεξεργασία στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεξεργασία

επεξεργασία στα αγγλικά, επεξεργασία φυσικής γλώσσας, επεξεργασία φωτογραφίας, επεξεργασία pdf, επεξεργασία νερού, επεξεργασία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, επεξεργασία στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • επενεργώ στα πορτογαλικά - influir, influência, actuar, infligir, influenciar, atos, actos, ...
  • επεξεργάζομαι στα πορτογαλικά - procedimento, processo, proceder, processar, seguir, elaborar, elaboração, ...
  • επεξηγώ στα πορτογαλικά - ilustre, iluminar, ilustrar, ilumine, ilustram, ilustra, ilustração, ...
  • επευφημία στα πορτογαλικά - aclamação, aclamação o, aclamação ao, aplauso
Τυχαίες λέξεις
Επεξεργασία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: processamento, elaboração, de elaboração, a elaboração, elaboração de, elaborar