Εφικτός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: εφικτός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
possível, possibilidade, factível, praticável, viável, exequível
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφικτός
εφικτός συνώνυμα, εφικτός αντωνυμο, εφικτός wiki, εφικτός συνώνυμο, εφικτός αγγλικα, εφικτός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εφικτός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- εφημέριος στα πορτογαλικά - pároco, cura, vigário, capelão, capelão do, capelão da, o capelão, ...
- εφημερίδα στα πορτογαλικά - folha, calças, jornal, olhar, notícia, papel, gazeta, ...
- εφοδιάζω στα πορτογαλικά - vitualhas, abastecer, victual
- εφορμώ στα πορτογαλικά - swoop, rusga, da rusga, da rusga de, rusga de
Τυχαίες λέξεις
Εφικτός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: possível, possibilidade, factível, praticável, viável, exequível
Μεταφράσεις: possível, possibilidade, factível, praticável, viável, exequível