Εύσπλαχνος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εύσπλαχνος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
misericordioso, misericordiosos, misericordiosa, misericórdia, compassivo
Εύσπλαχνος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εύσπλαχνος

εύσπλαχνος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εύσπλαχνος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εύρος στα πορτογαλικά - largura, largura de, largura do, largura da, de largura
  • εύσαρκος στα πορτογαλικά - gordo, corpulento, corpulent, corpulenta, corpulentos, corpulent densamente
  • εύστροφος στα πορτογαλικά - ágil, vivo, alerta, animado, matreiro, astuto, Shifty, ...
  • εύσχημος στα πορτογαλικά - provável, especioso, capcioso, ilusório, ilusória, especiosa
Τυχαίες λέξεις
Εύσπλαχνος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: misericordioso, misericordiosos, misericordiosa, misericórdia, compassivo