Θυμίαμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: θυμίαμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
incenso, de incenso, incense, o incenso, incensos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θυμίαμα
θυμίαμα με φασκόμηλο, θυμίαμα αγορά, θυμίαμα συνταγή, θυμίαμα αγίου όρους, θυμίαμα μάνναν, θυμίαμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, θυμίαμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- θυμάμαι στα πορτογαλικά - recordar, remédio, acura, recordação, reevocar, recorde, lembrar, ...
- θυμάρι στα πορτογαλικά - tomilho, thyme, de tomilho, o tomilho, do tomilho
- θυμωμένος στα πορτογαλικά - louco, cavala, irritado, insano, zangado, com raiva, furioso, ...
- θυμός στα πορτογαλικά - raiva, ira, a raiva, cólera, fúria
Τυχαίες λέξεις
Θυμίαμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: incenso, de incenso, incense, o incenso, incensos
Μεταφράσεις: incenso, de incenso, incense, o incenso, incensos