Ιεροεξεταστής στα πορτογαλικά
Μετάφραση: ιεροεξεταστής, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inquisidor, Inquisitor, Inquiridora, Inquiridor, Inquisidora
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροεξεταστής
ο ιεροεξεταστήσ, μέγας ιεροεξεταστής, ιεροεξεταστής ντοστογιέφσκι, μεγάλος ιεροεξεταστής, ιεροεξεταστής λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ιεροεξεταστής στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ιεραπόστολος στα πορτογαλικά - missão, missionário, missionária, missionários
- ιερατείο στα πορτογαλικά - sacerdócio, do sacerdócio, sacerdotal, o sacerdócio
- ιεροκήρυκας στα πορτογαλικά - pregador, pastor, preacher
- ιερόδουλη στα πορτογαλικά - prostituta, prostitute, prostitutas, prostituta de
Τυχαίες λέξεις
Ιεροεξεταστής στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inquisidor, Inquisitor, Inquiridora, Inquiridor, Inquisidora
Μεταφράσεις: inquisidor, Inquisitor, Inquiridora, Inquiridor, Inquisidora