Ιεροεξεταστής στα τούρκικα
Μετάφραση: ιεροεξεταστής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
engizisyon mahkemesi üyesi, Inquisitor, Engizisyon Mahkemesi, Engizisyoncu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιεροεξεταστής
ο ιεροεξεταστήσ, μέγας ιεροεξεταστής, ιεροεξεταστής ντοστογιέφσκι, μεγάλος ιεροεξεταστής, ιεροεξεταστής λεξικό γλώσσας τούρκικα, ιεροεξεταστής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ιεραπόστολος στα τούρκικα - misyoner, misyonerlik, misyonerlerin, misyon, bir misyoner
- ιερατείο στα τούρκικα - rahiplik, priesthood, rahipliği, papazlık, papazlar
- ιεροκήρυκας στα τούρκικα - vaiz, hatip, preacher, bir vaiz, vaizi
- ιερόδουλη στα τούρκικα - orospu, fahişe, hayat kadını, bir fahişe, fahişeydi
Τυχαίες λέξεις
Ιεροεξεταστής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: engizisyon mahkemesi üyesi, Inquisitor, Engizisyon Mahkemesi, Engizisyoncu
Μεταφράσεις: engizisyon mahkemesi üyesi, Inquisitor, Engizisyon Mahkemesi, Engizisyoncu