Κέρσορας στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κέρσορας, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cursor, do cursor, cursor de, cursor do, cursor para
Κέρσορας στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέρσορας

κέρσορας ετυμολογία, κέρσορας σχέδια, κέρσορας στο word, κέρσορας λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κέρσορας στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κέρδος στα πορτογαλικά - perfil, lucros, lucro, proveito, vantagem, lucrar, de lucro, ...
  • κέρμα στα πορτογαλικά - moeda, moedas, moeda de, coin, de moedas
  • κέφι στα πορτογαλικά - ambiência, deleite, divertimento, humor, monumento, recreio, prazer, ...
  • κέφια στα πορτογαλικά - espírito, espíritos, aguardente, bebidas espirituosas, espirituosas, os espíritos
Τυχαίες λέξεις
Κέρσορας στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cursor, do cursor, cursor de, cursor do, cursor para