Κακουχία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κακουχία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dificuldade, sofrimento, dificuldades, as dificuldades, privações
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακουχία
γενική κακουχία, κακουχία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κακουχία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κακοποιός στα πορτογαλικά - trafulha, malfeitor, evildoer, malvado, malfeitores
- κακοτυχία στα πορτογαλικά - miséria, infortúnio, desventura, desgraça, misadventure, contratempo
- κακούργος στα πορτογαλικά - bandido, vândalo, do vândalo, assassino, criminoso
- κακό στα πορτογαλικά - cacau, mal, mau, o mal, do mal, evil
Τυχαίες λέξεις
Κακουχία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: dificuldade, sofrimento, dificuldades, as dificuldades, privações
Μεταφράσεις: dificuldade, sofrimento, dificuldades, as dificuldades, privações