Κακουχία στα ουκρανικά

Μετάφραση: κακουχία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
трудність, позбавлення, незручність, нестаток
Κακουχία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κακουχία

γενική κακουχία, κακουχία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κακουχία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • κακοποιός στα ουκρανικά - горбитися, крюк, прокляття, зловмисник, зловмисника
  • κακοτυχία στα ουκρανικά - нещасний випадок, нещасливий випадок
  • κακούργος στα ουκρανικά - прокляття, бандит, бандита
  • κακό στα ουκρανικά - какао, зло
Τυχαίες λέξεις
Κακουχία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: трудність, позбавлення, незручність, нестаток