Κομψότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κομψότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
elegância, elegance, a elegância, elegance estilo, elegante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομψότητα
κομψότητα του σκαντζόχοιρου, γαλλική κομψότητα, κομψότητα ετυμολογία, γυναικεία κομψότητα, κομψότητα συνώνυμα, κομψότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κομψότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κομψά στα πορτογαλικά - elegante, elegantes, elegant, elegante do
- κομψός στα πορτογαλικά - reduzir, elegante, esbelto, guarnição, diminuir, disparador, podar, ...
- κονδύλωμα στα πορτογαλικά - verruga, verrugas, wart, de verrugas, de verruga
- κονιάκ στα πορτογαλικά - aguardente, conhaque, Cognac, o conhaque, do conhaque, de conhaque
Τυχαίες λέξεις
Κομψότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: elegância, elegance, a elegância, elegance estilo, elegante
Μεταφράσεις: elegância, elegance, a elegância, elegance estilo, elegante