Κομψότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: κομψότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szyk, wykwint, wytworność, gustowność, elegancja, elegancji, elegancję, elegance, elegancj
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κομψότητα
κομψότητα του σκαντζόχοιρου, γαλλική κομψότητα, κομψότητα ετυμολογία, γυναικεία κομψότητα, κομψότητα συνώνυμα, κομψότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, κομψότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κομψά στα πολωνικά - elegancko, porządnie, wykwintnie, starannie, schludnie, elegancki, elegant, ...
- κομψός στα πολωνικά - stylowy, lamować, oporządzać, uporządkować, prawidłowy, czyścić, wycinać, ...
- κονδύλωμα στα πολωνικά - kurzajka, narośl, brodawka, wart, brodawek, brodawki, brodawką
- κονιάκ στα πολωνικά - wódka, koniak, brendy, winiak, Cognac, koniaku, Koniaki, ...
Τυχαίες λέξεις
Κομψότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: szyk, wykwint, wytworność, gustowność, elegancja, elegancji, elegancję, elegance, elegancj
Μεταφράσεις: szyk, wykwint, wytworność, gustowność, elegancja, elegancji, elegancję, elegance, elegancj