Engraçado στα ελληνικά
Μετάφραση: engraçado, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γούνα, τρίχωμα, περίεργος, αστείος, σπιρτόζος, πνευματώδης, κωμικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- engodo στα ελληνικά - δόλωμα, δολώματος, δολώματα, δολωμάτων, το δόλωμα
- engolir στα ελληνικά - χελιδόνι, καταπίνω, καταπιούν, καταπιεί, καταπιείτε
- engrenagem στα ελληνικά - προσαρμόζω, ταχύτητα
- engrossar στα ελληνικά - ρουμάνι, δένω, πυκνώνω, πήζω, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Engraçado στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γούνα, τρίχωμα, περίεργος, αστείος, σπιρτόζος, πνευματώδης, κωμικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες
Μεταφράσεις: γούνα, τρίχωμα, περίεργος, αστείος, σπιρτόζος, πνευματώδης, κωμικός, Αστεία, αστείο, Funny, Αστείες