Μετρώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μετρώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
padrões, conde, balizar, contagem, medida, considerar, contar, sarampo, medir, medição, norma, Quantidade, Quantidade de, contam
Μετρώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μετρώ

μετρώ επιφάνειες, μετρώ το βάρος, μετρώ την αξία με χρήματα, μετρώ το βάρος β δημοτικού, μετράω τον χρόνο, μετρώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μετρώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μετριόφρονας στα πορτογαλικά - modesto, sem pretensões, despretensioso, um modesto, despretensiosa
  • μετριόφρων στα πορτογαλικά - modesto, pequeno, recatado, módico, modernizar, modesta, modestos, ...
  • μηδέν στα πορτογαλικά - zelo, nada, zero, de zero, nulo, nula
  • μηνίγγι στα πορτογαλικά - templo, meninges, meninge, as meninges, das meninges
Τυχαίες λέξεις
Μετρώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: padrões, conde, balizar, contagem, medida, considerar, contar, sarampo, medir, medição, norma, Quantidade, Quantidade de, contam