Μολυσματικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μολυσματικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
infeccioso, infecciosa, infectantes, infecciosos, infectante
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μολυσματικός
μολυσματικη τέρμινθος, μολυσματικός εκφυλισμός, μολυσματικός εκφυλισμός αμπέλου, μολυσματικός συνώνυμα, μολυσματικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μολυσματικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μολονότι στα πορτογαλικά - embora, conquanto, tu, apesar de, apesar, ainda
- μολυβής στα πορτογαλικά - lívido, lívida, livid, furioso, pálido
- μολύβι στα πορτογαλικά - lápis, canivete, lápis de, de lápis, do lápis, pencil
- μολύνω στα πορτογαλικά - infectar, contagiar, infantaria, contaminar, infectam, infect
Τυχαίες λέξεις
Μολυσματικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: infeccioso, infecciosa, infectantes, infecciosos, infectante
Μεταφράσεις: infeccioso, infecciosa, infectantes, infecciosos, infectante