Μολυσματικός στα ρωσικά

Μετάφραση: μολυσματικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вирусный, инфекционный, инфекционного, инфекционные, инфекционная, инфекционным
Μολυσματικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μολυσματικός

μολυσματικη τέρμινθος, μολυσματικός εκφυλισμός, μολυσματικός εκφυλισμός αμπέλου, μολυσματικός συνώνυμα, μολυσματικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, μολυσματικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • μολονότι στα ρωσικά - хотя, Несмотря на, хотя и, Несмотря на то
  • μολυβής στα ρωσικά - серовато-синий, синевато-багровый, злой, мертвенно-бледный, ярости, мертвенно бледен, ярость, ...
  • μολύβι στα ρωσικά - карандаш, кисть, карандашом, карандаша, пучок, карандашный
  • μολύνω στα ρωσικά - портить, заразить, осквернять, разлагать, загрязнять, заражать, инфицировать, ...
Τυχαίες λέξεις
Μολυσματικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: вирусный, инфекционный, инфекционного, инфекционные, инфекционная, инфекционным