Μονομαχία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: μονομαχία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
duelo, duelo de, duel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονομαχία
μονομαχία κρητικού και καραμανίτη, μονομαχία στο ελ πάσο (1965), μονομαχία στις σέρρες μάντρες, μονομαχία αχιλλέα-έκτορα, μονομαχία στον κόκκινο ήλιο, μονομαχία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μονομαχία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- μοναχός στα πορτογαλικά - só, único, sozinho, isolado, frade, Frei, Friar, ...
- μονοκόμματος στα πορτογαλικά - obtuso, despontar, uma pedaço, uma peça, um pedaço, uma parte, uma só peça
- μονοπάτι στα πορτογαλικά - traçar, linha, calcar, trilha, traço, caminho, patente, ...
- μονοπάτια στα πορτογαλικά - trilhas, fugas, trilhas para, trilhas de, trilhos
Τυχαίες λέξεις
Μονομαχία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: duelo, duelo de, duel
Μεταφράσεις: duelo, duelo de, duel