Νοημοσύνη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: νοημοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
inteligência, de inteligência, a inteligência, informações, inteligência de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νοημοσύνη
νοημοσύνη και φύλο, νοημοσύνη σκύλων, νοημοσύνη της επιτυχίας, νοημοσύνη ορισμός, νοημοσύνη και δημιουργικότητα, νοημοσύνη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, νοημοσύνη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- νιώθω στα πορτογαλικά - sentir, sentimento, apalpar, apascentar, experimentar, alimentação, alimentar, ...
- νοίκι στα πορτογαλικά - alugar, glória, aluguer, aluguel, renda, arrendar
- νοητός στα πορτογαλικά - imaginável, concebível, pensável, pensáveis, thinkable
- νοθεύω στα πορτογαλικά - adulterar, sofisticar, sofisticado, sophisticate, sofisticada, sofisticou
Τυχαίες λέξεις
Νοημοσύνη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: inteligência, de inteligência, a inteligência, informações, inteligência de
Μεταφράσεις: inteligência, de inteligência, a inteligência, informações, inteligência de