Παρουσιαστικό στα πορτογαλικά

Μετάφραση: παρουσιαστικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aparência, aparecimento, aspecto, aparição, surgimento
Παρουσιαστικό στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παρουσιαστικό

παρουσιαστικό συνώνυμα, παρουσιαστικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, παρουσιαστικό στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • παρουσίαση στα πορτογαλικά - exterioridade, aspecto, apresentação, aparência, de apresentação, a apresentação, apresentação de, ...
  • παρουσιάζω στα πορτογαλικά - desacomodar, ministrar, mimo, vigente, dádiva, expor, assinalar, ...
  • παροχή στα πορτογαλικά - abastecimento, entregar, abastecer, ministrar, sortir, rogar, fonte, ...
  • παρτιζάνος στα πορτογαλικά - partidário, partidária, partisan, partidárias, partidários
Τυχαίες λέξεις
Παρουσιαστικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: aparência, aparecimento, aspecto, aparição, surgimento