Πεζότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πεζότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prosaicism
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζότητα
πεζότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πεζότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πεζόδρομος στα πορτογαλικά - pavimento, pavimente, calçar, passeio, calçada, pedestre, peão, ...
- πεζός στα πορτογαλικά - peão, pedestre, pedonal, pedestres, de pedestres
- πεθάνω στα πορτογαλικά - morrer, falecer, dado, dicionário, morrem, morre, die, ...
- πεθαμένος στα πορτογαλικά - inoperante, impreterivelmente, absolutamente, infalivelmente, diácono, morto, mortos, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεζότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: prosaicism
Μεταφράσεις: prosaicism