Περιέργεια στα πορτογαλικά
Μετάφραση: περιέργεια, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sanar, cura, curar, curiosidade, a curiosidade
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περιέργεια
περιέργεια συνώνυμο, γνωμικά περιέργεια, περιέργεια συνώνυμα, παιδική περιέργεια, την περιέργεια, περιέργεια λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, περιέργεια στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- περατώνω στα πορτογαλικά - abarrotar, encerrar, completo, cheio, dedo, pleno, terminar, ...
- περβόλι στα πορτογαλικά - pomar, Orchard, pomar de, pomares, do pomar
- περιέχω στα πορτογαλικά - incluir, ter, conter, comprize
- περιβάλλον στα πορτογαλικά - ambiente, montagem, meio, estabelecer-se, cercar, banhar, cercanias, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιέργεια στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sanar, cura, curar, curiosidade, a curiosidade
Μεταφράσεις: sanar, cura, curar, curiosidade, a curiosidade