Λέξη: μακαρονάδα

Σχετικές λέξεις: μακαρονάδα

μακαρονάδα με γαρίδες και ούζο, μακαρονάδα φούρνου, μακαρονάδα με θαλασσινά, μακαρονάδα του ψαρά, μακαρονάδα με καραβίδες, μακαρονάδα με σολομό και βότκα, μακαρονάδα με γαρίδες, μακαρονάδα με ανάμεικτα θαλασσινά, μακαρονάδα με μανιτάρια, μακαρονάδα νηστίσιμη, μακαρονάδα με τόνο

Συνώνυμα: μακαρονάδα

μακαρόνια, σπαγγέτι, σπαγκέτι, σπαγέτο

Μεταφράσεις: μακαρονάδα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
macaroni, spaghetti, pasta, foods spaghetti
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
macarrones, espaguetis, espagueti, de espagueti, espagueti de, los espaguetis
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
makkaroni, Spaghetti, Isolationsschlauch, Isolations
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
macaroni, spaghetti, spaghettis, des spaghettis, les spaghettis, de spaghetti
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spaghetti, di spaghetti, gli spaghetti, spaghetti di, spaghetti del
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
linchar, macarrão, espaguete, spaghetti, esparguete, espaguetes
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
macaroni, spaghetti, de Spaghetti, spaghettibandjes, spaghetti van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
макароны, спагетти, Spaghetti
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
spagetti, spaghetti
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
spaghetti, spagetti, spagettiband, med spagettiband, Spaghetti
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
spagetti, spaghetti, spagettia, spagetin, spaghettikuva
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
spaghetti
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
makaróny, špagety, spaghetti, špaget, špagetami
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
makaron, głupiec, spaghetti
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
makaróni, spagetti, spagettit, spagettivel, a spagetti, spaghetti
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
spagetti, Spaghetti, makarna
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
макака, макарони, спагетті, спагеті, спагетти
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
spageti
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
спагети, за спагети, спагетите
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спагецці, спагеці
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
makaron, makaronid, spagetid, spagette, spaghetti, spagettide, makaronitoodete
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
fićfirić, kicoš, makaroni, špageti, špageta, špagete, špageti su, spaghetti
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Spaghetti, spaghettí
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
spagečiai, spageti, spaghetti, spagečių, makaronai
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
spageti, spaghetti, spagetti
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шпагети, за шпагети, со шпагети
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
macaroane, spaghete, spaghetti, de spaghete, spaghetele, spaghetelor
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
špageti, špagete, spaghetti, špagetov, testenine
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
makaróny, špagety

Στατιστικά δημοτικότητας: μακαρονάδα

Τυχαίες λέξεις