Πραγματοποιώ στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πραγματοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adquirir, atingir, realize, abranger, tocar, alcançar, arranjar, obter, realizar, perceber, percebeu, percebem, percebe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πραγματοποιώ
πραγματοποιώ translate, πραγματοποιω συνώνυμα, πραγματοποιώ translation, πραγματοποιώ στα αγγλικά, πραγματοποιώ αντώνυμα, πραγματοποιώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πραγματοποιώ στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πραγματογνωμοσύνη στα πορτογαλικά - perícia, experiência, conhecimentos, especialização, conhecimento
- πραγματοποίηση στα πορτογαλικά - realização, percepção, concretização, compreensão, de realização
- πρακτική στα πορτογαλικά - praticar, prático, prática, exercício, práticas, a prática, prática de
- πρακτικός στα πορτογαλικά - poderoso, prático, prática, práticas, práticos, é prático
Τυχαίες λέξεις
Πραγματοποιώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adquirir, atingir, realize, abranger, tocar, alcançar, arranjar, obter, realizar, perceber, percebeu, percebem, percebe
Μεταφράσεις: adquirir, atingir, realize, abranger, tocar, alcançar, arranjar, obter, realizar, perceber, percebeu, percebem, percebe