Προβληματισμός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: προβληματισμός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concernir, interessar, assunto, interesse, cuidado, preocupação, zelo, causa, negócio, questão, coisa, caso, especulação, especulações, a especulação, especulação de, especulações de
Προβληματισμός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προβληματισμός

ηθικός προβληματισμός, προβληματισμός για την εγχείρηση του βρέφους με τα έξι πόδια, θεωρητικόσ προβληματισμόσ, ριζοσπαστικός προβληματισμός, προβληματισμός συνώνυμο, προβληματισμός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προβληματισμός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • προβλήτα στα πορτογαλικά - doca, prescindir, molhe, pontão, jetty, cais, píer
  • προβληματίζω στα πορτογαλικά - esfarrapado, padecer, tributar, impostos, taxar, imposto, enigmático, ...
  • προβολέας στα πορτογαλικά - farol, projetor, projector, videoprojector, do projetor, projetor de
  • προβολή στα πορτογαλικά - traçado, projectos, plano, projecto, projeção, projecção, de projecção, ...
Τυχαίες λέξεις
Προβληματισμός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: concernir, interessar, assunto, interesse, cuidado, preocupação, zelo, causa, negócio, questão, coisa, caso, especulação, especulações, a especulação, especulação de, especulações de