Assunto στα ελληνικά
Μετάφραση: assunto, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαλίτσα, υπόθεση, επιχείρηση, υπήκοος, νοιάζομαι, υποκειμενικός, ανησυχία, δουλειές, προβληματισμός, θέμα, ύλη, αντικείμενο, υποκείμενο, περιστατικό, ενδιαφέρον, αντιτείνω, υπόκεινται, υπόκειται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- assombrar στα ελληνικά - έχε, έχω, στοιχειώνω, στέκι, στοιχειώνει, στοιχειώνουν, στοιχειώσουν, ...
- assumir στα ελληνικά - υποθέτω, καταλαμβάνουν, ανάληψη, αναλάβουν, αναλάβει, διαρκέσει έως
- assíduo στα ελληνικά - επιμελής, εργατικός, ενδελεχής, επιμελή, επιμελείς, ενδελεχή
- asterisco στα ελληνικά - αστερίσκος, αστερίσκο, τον αστερίσκο, αστερίσκου, αστεράκι
Τυχαίες λέξεις
Assunto στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαλίτσα, υπόθεση, επιχείρηση, υπήκοος, νοιάζομαι, υποκειμενικός, ανησυχία, δουλειές, προβληματισμός, θέμα, ύλη, αντικείμενο, υποκείμενο, περιστατικό, ενδιαφέρον, αντιτείνω, υπόκεινται, υπόκειται
Μεταφράσεις: βαλίτσα, υπόθεση, επιχείρηση, υπήκοος, νοιάζομαι, υποκειμενικός, ανησυχία, δουλειές, προβληματισμός, θέμα, ύλη, αντικείμενο, υποκείμενο, περιστατικό, ενδιαφέρον, αντιτείνω, υπόκεινται, υπόκειται