Προνοητικότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: προνοητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
previdência, previsão, prospectiva, visão, clarividência
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προνοητικότητα
προνοητικότητα ορισμος, προνοητικότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, προνοητικότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- προμηθεύω στα πορτογαλικά - fornecer, abastecer, suprir, sortir, prover, aprovisionar, purvey
- προνοητικός στα πορτογαλικά - previdente, farsighted, clarividente, perspicaz, presbita
- προνοώ στα πορτογαλικά - abastecer, providenciar, forneça, suprir, demonstrar, fornecer, prover, ...
- προνόμιο στα πορτογαλικά - privilégio, privilégios, privilégio de, privilegiar, o privilégio
Τυχαίες λέξεις
Προνοητικότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: previdência, previsão, prospectiva, visão, clarividência
Μεταφράσεις: previdência, previsão, prospectiva, visão, clarividência