Ρίξιμο στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ρίξιμο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fundir, jeito, feitio, forma, arremesso, molde, jogando, Arremessar, Arremesso, de jogo, atirando
Ρίξιμο στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ρίξιμο

ρίξιμο χαρτιών δωρεάν, ρίξιμο καρτών ταρώ, ρίξιμο χαρτιών κατίνας, ρίξιμο χαρτιών με απλή τράπουλα, ρίξιμο χαρτιών online, ρίξιμο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ρίξιμο στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ρίγος στα πορτογαλικά - frio, arrepio, calafrio, tremor, tremer, estremecimento
  • ρίζα στα πορτογαλικά - procedência, fonte, origem, raiz, galo, manancial, nascente, ...
  • ρίχνομαι στα πορτογαλικά - arremessar, lance, hurl, arremesse, arremesso
  • ρίχνω στα πορτογαλικά - arremesso, lance, libra, lançar, torturar, arremessar, tortura, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρίξιμο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fundir, jeito, feitio, forma, arremesso, molde, jogando, Arremessar, Arremesso, de jogo, atirando