Ρίξιμο στα ολλανδικά
Μετάφραση: ρίξιμο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vorm, gooi, afgietsel, gedaante, worp, gooien, Throwing, het gooien, het gooien van, gooien van
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρίξιμο
ρίξιμο χαρτιών δωρεάν, ρίξιμο καρτών ταρώ, ρίξιμο χαρτιών κατίνας, ρίξιμο χαρτιών με απλή τράπουλα, ρίξιμο χαρτιών online, ρίξιμο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ρίξιμο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ρίγος στα ολλανδικά - koud, bekoelen, koel, kil, rilling, huivering, rillen, ...
- ρίζα στα ολλανδικά - voorvader, aanslaan, oorsprong, kwel, welput, afkomst, herkomst, ...
- ρίχνομαι στα ολλανδικά - smijten, slingeren, Hurl, slinger, werpen
- ρίχνω στα ολλανδικά - gooi, gooien, werpen, smijten, gieten, keilen, sauzen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ρίξιμο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vorm, gooi, afgietsel, gedaante, worp, gooien, Throwing, het gooien, het gooien van, gooien van
Μεταφράσεις: vorm, gooi, afgietsel, gedaante, worp, gooien, Throwing, het gooien, het gooien van, gooien van