Σέσουλα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σέσουλα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concha, pá, furo jornalístico, colher, scoop
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σέσουλα
σέσουλα αγορά, σέσουλα λευκάδα, σέσουλα θεσσαλονίκη, σέσουλα νέα μάκρη, σέσκουλα αγγλικά, σέσουλα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σέσουλα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σέρνω στα πορτογαλικά - arrastar, sacar, puxar, arrasto, arraste, de arrastar, de arrasto
- σέρτικος στα πορτογαλικά - rígido, rigoroso, diversos, severo, austero, sertikos
- σήμα στα πορτογαλικά - aceno, ponto, prova, assinalar, marca, indicar, sinal, ...
- σήμερα στα πορτογαλικά - actualmente, corrente, presentemente, hoje, de hoje, atualmente, atual
Τυχαίες λέξεις
Σέσουλα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: concha, pá, furo jornalístico, colher, scoop
Μεταφράσεις: concha, pá, furo jornalístico, colher, scoop