Σκληρότητα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: σκληρότητα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dureza, de dureza, dureza da, a dureza, dureza de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκληρότητα
σκληρότητα πόσιμου νερού, σκληρότητα μετάλλων, σκληρότητα χάλυβα, σκληρότητα νερού, σκληρότητα brinell, σκληρότητα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, σκληρότητα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- σκληροτράχηλος στα πορτογαλικά - sólido, rijo, forte, refratário, refratária, refractário, refratários, ...
- σκληρός στα πορτογαλικά - entristece dor, cru, arisco, duro, arpoar, brusco, sombrio, ...
- σκοινί στα πορτογαλικά - corda, cabo, corda de, de corda, cordas
- σκοπεύω στα πορτογαλικά - fim, apontar, intentar, mirar, inteligente, pretender, intenção, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκληρότητα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: dureza, de dureza, dureza da, a dureza, dureza de
Μεταφράσεις: dureza, de dureza, dureza da, a dureza, dureza de