Συναλλαγή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συναλλαγή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
transação, transacção, transações, de transação, de transações
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναλλαγή
συναλλαγή με μετρητά, συναλλαγή ορισμός, συναλλαγή english, ενδοκοινοτική συναλλαγή, τριγωνική συναλλαγή, συναλλαγή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συναλλαγή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συναινώ στα πορτογαλικά - aquiescer, consentimento, autorização, o consentimento, aprovação, de consentimento
- συναισθηματικός στα πορτογαλικά - emocional, emocionais, emotivo, afetivo
- συναναστρέφομαι στα πορτογαλικά - beber em companhia, confraternizar, hobnob, ter intimidade con
- συναντώ στα πορτογαλικά - encontrar, encontro, codifique, achar, conheça, se encontram, encontram, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναλλαγή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: transação, transacção, transações, de transação, de transações
Μεταφράσεις: transação, transacção, transações, de transação, de transações