Ταιριάζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ταιριάζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
unir, combinar, esteira, fósforo, partida, partido, jogo, correspondência
Ταιριάζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταιριάζω

ζωδια ταιριάζω, ταιριάζω συνώνυμα, ταιριάζω με τον σύντροφό μου, ταιριάζω ετυμολογία, ταιριάζω στα αγγλικά, ταιριάζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ταιριάζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ταγματάρχης στα πορτογαλικά - capital, major, majestoso, principal, básico, maior, grande, ...
  • ταινία στα πορτογαλικά - película, bando, filmar, empastar, fita, filmes, barra, ...
  • ταιριαστά στα πορτογαλικά - apropriadamente, congenialmente, congenitamente, criando paz
  • ταιριαστός στα πορτογαλικά - aplicável, agradável, congenial, simpática, simpático, congênita
Τυχαίες λέξεις
Ταιριάζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: unir, combinar, esteira, fósforo, partida, partido, jogo, correspondência