Unir στα ελληνικά
Μετάφραση: unir, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταιριάζω, συνενώνω, συνταιριάζω, ενότητα, αρμονία, αγώνας, ενοποιώ, σπίρτο, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ενταχθεί, προσχωρήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- unificar στα ελληνικά - συνενώνω, συνδέω, κατατάσσομαι, ενοποιώ, ενώνω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ...
- uniforme στα ελληνικά - ομοιόμορφος, ενιαίος, στολή, ενοποιώ, ομοιόμορφη, ομοιόμορφο, ενιαίων, ...
- universal στα ελληνικά - γενικός, στρατηγός, καθολική, καθολικής, καθολικό, την καθολική, της καθολικής
- universidade στα ελληνικά - πανεπιστήμιο, πανεπιστημίου, πανεπιστημιακών, πανεπιστημιακό, πανεπιστημιακή
Τυχαίες λέξεις
Unir στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταιριάζω, συνενώνω, συνταιριάζω, ενότητα, αρμονία, αγώνας, ενοποιώ, σπίρτο, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ενταχθεί, προσχωρήσουν
Μεταφράσεις: ταιριάζω, συνενώνω, συνταιριάζω, ενότητα, αρμονία, αγώνας, ενοποιώ, σπίρτο, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ενταχθεί, προσχωρήσουν