Ταιριάζω στα ολλανδικά
Μετάφραση: ταιριάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
echtpaar, koppel, lucifer, wedstrijd, match, tweetal, duo, echtelieden, gelijke, wedstrijdresultaten
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταιριάζω
ζωδια ταιριάζω, ταιριάζω συνώνυμα, ταιριάζω με τον σύντροφό μου, ταιριάζω ετυμολογία, ταιριάζω στα αγγλικά, ταιριάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ταιριάζω στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ταγματάρχης στα ολλανδικά - hoofd-, voornaamste, majoor, groot, grootste, grote, belangrijke, ...
- ταινία στα ολλανδικά - ring, film, rolprent, band, kapel, lint, orkest, ...
- ταιριαστά στα ολλανδικά - gevoeglijk, congenially
- ταιριαστός στα ολλανδικά - toepasselijk, sympathiek, gelijkgestemd, sympathieke, aangename, prettige
Τυχαίες λέξεις
Ταιριάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: echtpaar, koppel, lucifer, wedstrijd, match, tweetal, duo, echtelieden, gelijke, wedstrijdresultaten
Μεταφράσεις: echtpaar, koppel, lucifer, wedstrijd, match, tweetal, duo, echtelieden, gelijke, wedstrijdresultaten