Τυφλώνω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τυφλώνω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deslumbrar, dia, cego, cegos, cega, blind, cegas
Τυφλώνω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τυφλώνω

τυφλώνω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τυφλώνω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τυφλοπόντικας στα πορτογαλικά - molde, toupeira, moles, mol, molar, em moles
  • τυφλός στα πορτογαλικά - cortina, bloquear, cego, obcecar, cegar, cegos, cega, ...
  • τυφώνας στα πορτογαλικά - furacões, tempestade, furacão, arremessar, do furacão, de furacões, hurricane
  • τυχαίος στα πορτογαλικά - acidental, acaso, fortuito, casual, aleatória, aleatório
Τυχαίες λέξεις
Τυφλώνω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: deslumbrar, dia, cego, cegos, cega, blind, cegas