Υποχωρώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: υποχωρώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
remontar, recuo, relançar, retraçar, abrandar, ceder, relent, arrependerá
Υποχωρώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποχωρώ

υποχωρώ αντώνυμο, δεν υποχωρώ, υποχωρώ συνώνυμο, υποχωρώ αντώνυμα, υποχωρώ english, υποχωρώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, υποχωρώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • υποχρεώνω στα πορτογαλικά - obrigação, penhorar, obrigar, obriga, obrigam, obrigará, obriga a
  • υποχωρητικός στα πορτογαλικά - complacente, compatível, conformidade, compatível com, em conformidade
  • υποψήφιος στα πορτογαλικά - candidato, candidatos, candidata, candidato a, o candidato
  • υποψία στα πορτογαλικά - suspensórios, suspeita, suspeição, suspeitas, desconfiança, suspeita de
Τυχαίες λέξεις
Υποχωρώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: remontar, recuo, relançar, retraçar, abrandar, ceder, relent, arrependerá