Ατομικός στα αγγλικά
Μετάφραση: ατομικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
atomic, individual, personal, an individual, from individual
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ατομικός
atomic
- ατομικός
- ατομικός
- διασπάσιμος
- ατομικός
- ατομικός
- προσωπικός
Σχετικές λέξεις: ατομικός
ατομικός λέβητας αερίου, ατομικός αριθμός οξυγόνου, ατομικός λογαριασμός ασφάλισης, ατομικός αριθμός, ατομικός φάκελος οπλίτη, ατομικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, ατομικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ατομικά στα αγγλικά - individually, individual, Civil, personal, the individual
- ατομικισμός στα αγγλικά - individualism, individualism of, of individualism, individualism and
- ατομικότητα στα αγγλικά - individuality, individual character, individualism, individuality of
- ατονία στα αγγλικά - debility, weakness, listlessness, lassitude, languor
Τυχαίες λέξεις
Ατομικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: atomic, individual, personal, an individual, from individual
Μεταφράσεις: atomic, individual, personal, an individual, from individual