Φρέσκος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: φρέσκος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fresco, novo, frequentemente, recente, fresca, frescos, frescas
Φρέσκος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φρέσκος

φρέσκος σολωμός με μακαρόνια, φρέσκος σολομός συνταγή, φρέσκος ελληνικός βασιλικός πόλτος, φρέσκος καφές κοντά στο σταθμό ηλιούπολης, φρέσκος σολωμός συνταγές, φρέσκος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, φρέσκος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • φράχτης στα πορτογαλικά - estacada, paliçada, cerca, cerca viva, cobertura, de hedge, de cobertura
  • φρένο στα πορτογαλικά - travão, freio, travar, de freio, do travão, do freio
  • φρίκη στα πορτογαλικά - desajeitar, aversão, desfigurar, repugnar, horror, terror, de terror, ...
  • φραγμός στα πορτογαλικά - dacar, peça, massa, bloco, cubo, barreira, represa, ...
Τυχαίες λέξεις
Φρέσκος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: fresco, novo, frequentemente, recente, fresca, frescos, frescas