Frequentemente στα ελληνικά

Μετάφραση: frequentemente, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζωντανός, νωπός, συχνά, φρέσκος, δροσερός, συνήθως, φορές, πολλές φορές
Frequentemente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • frequentar στα ελληνικά - συχνός, επισκέπτομαι, συχνά, επίσκεψη, συχνάζω, παρακολουθήσουν, παραστεί, ...
  • frequente στα ελληνικά - συχνάζω, συχνά, συχνός, συχνές, συχνή, συχνών
  • fresco στα ελληνικά - μελαγχολώ, ταράσσομαι, φρέσκος, δροσερός, ζωντανός, νωπός, φρέσκο, ...
  • fresta στα ελληνικά - οπή, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Τυχαίες λέξεις
Frequentemente στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζωντανός, νωπός, συχνά, φρέσκος, δροσερός, συνήθως, φορές, πολλές φορές