Χαρακτηριστικό στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χαρακτηριστικό, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
adestrar, pena, traço, treinar, comboio, trem, característica, recurso, funcionalidade, recurso de, O recurso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χαρακτηριστικό
χαρακτηριστικό φάσμα ακτίνων χ, χαρακτηριστικό πολυώνυμο, χαρακτηριστικό συνώνυμα, χαρακτηριστικό nfc, χαρακτηριστικό αλεξιθυμία, χαρακτηριστικό λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χαρακτηριστικό στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χαρίζω στα πορτογαλικά - sobressalentes, chave, doar, doe, donate, doação, doam
- χαρακτήρας στα πορτογαλικά - carácter, ponto, índole, parte, marca, temperamento, actor, ...
- χαρακτηριστικός στα πορτογαλικά - típico, característica, característico, características, característicos, característica de
- χαριτωμένος στα πορτογαλικά - consideravelmente, lindo, bonito, finja, bonitinho, fofo, bonitos, ...
Τυχαίες λέξεις
Χαρακτηριστικό στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: adestrar, pena, traço, treinar, comboio, trem, característica, recurso, funcionalidade, recurso de, O recurso
Μεταφράσεις: adestrar, pena, traço, treinar, comboio, trem, característica, recurso, funcionalidade, recurso de, O recurso