Χειροτερεύω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χειροτερεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deteriorar, detergente, piorar, agravar, pioram, piorar a, worsen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χειροτερεύω
χειροτερεύω συνώνυμα, χειροτερεύω συνώνυμο, χειροτερεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χειροτερεύω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χειροπέδη στα πορτογαλικά - manilha, manacle, algema, algemas, grilhão
- χειροτέρευση στα πορτογαλικά - deterioração, degradação, a deterioração, agravamento, de deterioração
- χειροτονία στα πορτογαλικά - ordenação, coordenação, a ordenação, de ordenação, da ordenação
- χειροτονώ στα πορτογαλικά - estabelecer, pomar, ordenar, ordain, ordená, ordenam, ordena
Τυχαίες λέξεις
Χειροτερεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: deteriorar, detergente, piorar, agravar, pioram, piorar a, worsen
Μεταφράσεις: deteriorar, detergente, piorar, agravar, pioram, piorar a, worsen