Χλευαστικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: χλευαστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
irrisório, irônica, derisive, escárnio, zombeteiro
Χλευαστικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χλευαστικός

χλευαστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χλευαστικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • χλευάζω στα πορτογαλικά - mobilizar, zombar, vaiar, escárnio, zombaria, gibe, giba, ...
  • χλευασμός στα πορτογαλικά - sarcasmo, escárnio, insulto, provocação, zombaria
  • χλιαρός στα πορτογαλικά - furgão, morno, morna, tépida, mornos, indiferente
  • χλιμιντρίζω στα πορτογαλικά - relincho, relinchar, neigh, relincham, rincheis
Τυχαίες λέξεις
Χλευαστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: irrisório, irônica, derisive, escárnio, zombeteiro