Χρόνος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: χρόνος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
bocejo, madeira, ano, tempo, vez, hora, momento, tempo de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χρόνος
χρόνος περιοδικό, χρόνος μερικής θρομβοπλαστίνης, χρόνος ημιζωής, χρόνος έκδοσης τιμολογίου, χρόνος απόκρισης οθόνης, χρόνος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, χρόνος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- χρωστώ στα πορτογαλικά - aniquilar, dever, acabrunhar, oprima, deva, devo, eu devo, ...
- χρόνιος στα πορτογαλικά - crônico, crônica, crónica, crônicas, crónico
- χρώμα στα πορτογαλικά - cor, color, de cor, de cores, a cor
- χτένα στα πορτογαλικά - pente, pentear, comb, pente de, favo
Τυχαίες λέξεις
Χρόνος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: bocejo, madeira, ano, tempo, vez, hora, momento, tempo de
Μεταφράσεις: bocejo, madeira, ano, tempo, vez, hora, momento, tempo de