Πείνα στα ρωσικά

Μετάφραση: πείνα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
голод, жажда, голодуха, голодание, голода, голодом
Πείνα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πείνα

πείνα του κνουτ χάμσουν, πείνα και δίψα, πείνα στην ελλάδα, πείνα στην εγκυμοσύνη, πείνα στην κατοχή, πείνα λεξικό γλώσσας ρωσικά, πείνα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • παύω στα ρωσικά - останавливать, утихнуть, утихать, переставать, перестать, прекращаться, приостанавливать, ...
  • πείθω στα ρωσικά - убедить, уверить, упрашивать, владычествовать, колебание, уговориться, уговорить, ...
  • πείραμα στα ρωσικά - опыт, экспериментировать, эксперимент, эксперимента, эксперименте
  • πείσμα στα ρωσικά - упрямство, настойчивость, упорство, норов, упрямства, упрямством, упорства
Τυχαίες λέξεις
Πείνα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: голод, жажда, голодуха, голодание, голода, голодом