Ανάχωμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ανάχωμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
брегот, Могила, тумба, насип, рид, могилата
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανάχωμα
ανάχωμα ορισμός, ανάχωμα στην κρίση, ανάχωμα κομοτηνή, ανάχωμα συνώνυμα, ανάχωμα συνώνυμο, ανάχωμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ανάχωμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ανάστημα στα σλαβομακεδονικά - раст, реноме, углед, угледот, става
- ανάφλεξη στα σλαβομακεδονικά - палење, за палење, палењето, на палење, палењето е
- ανέγερση στα σλαβομακεδονικά - ерекција, ерекцијата, монтажа, изградба, изградбата
- ανέκδοτο στα σλαβομακεδονικά - анегдота, анегдотата, анегдота која, случка
Τυχαίες λέξεις
Ανάχωμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: брегот, Могила, тумба, насип, рид, могилата
Μεταφράσεις: брегот, Могила, тумба, насип, рид, могилата