Ανάχωμα στα λιθουανικά

Μετάφραση: ανάχωμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bankas, šūsnis, rietuvė, krantas, krūva, piliakalnis, piliakalnio, piliakalnį, kalva
Ανάχωμα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανάχωμα

ανάχωμα ορισμός, ανάχωμα στην κρίση, ανάχωμα κομοτηνή, ανάχωμα συνώνυμα, ανάχωμα συνώνυμο, ανάχωμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανάχωμα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ανάστημα στα λιθουανικά - konstrukcija, statyti, konstitucija, ūgis, ūgio, stuomuo, svarba, ...
  • ανάφλεξη στα λιθουανικά - degimas, uždegimas, uždegimo, užsidegimo, uždegimu
  • ανέγερση στα λιθουανικά - statinys, konstrukcija, struktūra, statyba, sandara, erekcija, montavimas, ...
  • ανέκδοτο στα λιθουανικά - anekdotas, anekdotą, Anecdote, Anegdota, Anekdote
Τυχαίες λέξεις
Ανάχωμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bankas, šūsnis, rietuvė, krantas, krūva, piliakalnis, piliakalnio, piliakalnį, kalva