Νωχελής στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: νωχελής, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мрзлив, индолентниот, безболна, индолентна, безболен
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νωχελής
νωχελής λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, νωχελής στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- νωπός στα σλαβομακεδονικά - свежа, свежо, свежи, свеж, свежото
- νωρίς στα σλαβομακεδονικά - рано, на почетокот, почетокот, почетокот на, рана
- νόημα στα σλαβομακεδονικά - што значи, значи, што значи дека, односно, значи дека
- νόμιζα στα σλαβομακεδονικά - идеја, мислев, мисла, мислеше, помислив, мислеа
Τυχαίες λέξεις
Νωχελής στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: мрзлив, индолентниот, безболна, индолентна, безболен
Μεταφράσεις: мрзлив, индолентниот, безболна, индолентна, безболен