Οικονομική στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: οικονομική, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
економија, економски, економскиот, економските, економската, економска
Οικονομική στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικονομική

οικονομική κρίση, οικονομική θέρμανση, οικονομική κρίση ορισμός, οικονομική γεωγραφία, οικονομική κρίση 1929, οικονομική λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, οικονομική στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • οικολόγος στα σλαβομακεδονικά - еколог, екологист
  • οικονομία στα σλαβομακεδονικά - економија, економијата, стопанството, стопанство
  • οικονομικός στα σλαβομακεδονικά - економски, економскиот, економските, економската, економска
  • οικονομολογία στα σλαβομακεδονικά - економија, економијата, Економскиот, Економски, водство
Τυχαίες λέξεις
Οικονομική στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: економија, економски, економскиот, економските, економската, економска