Οικονομική στα τσεχικά

Μετάφραση: οικονομική, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ekonomika, hospodářský, ekonomický, hospodářské, ekonomické, hospodářská
Οικονομική στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οικονομική

οικονομική κρίση, οικονομική θέρμανση, οικονομική κρίση ορισμός, οικονομική γεωγραφία, οικονομική κρίση 1929, οικονομική λεξικό γλώσσας τσεχικά, οικονομική στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • οικολόγος στα τσεχικά - ekolog, ecologist, ekologa, ekologem
  • οικονομία στα τσεχικά - záchrana, šetření, zachraňování, úspora, spásný, spoření, hospodářství, ...
  • οικονομικός στα τσεχικά - hospodárný, hospodářský, výnosný, úsporný, ekonomický, peněžní, hospodářské, ...
  • οικονομολογία στα τσεχικά - ekonomika, ekonomie, ekonomiky, Economics, hospodářství
Τυχαίες λέξεις
Οικονομική στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: ekonomika, hospodářský, ekonomický, hospodářské, ekonomické, hospodářská