Σαλεύω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σαλεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бран, попушти, попуштат, го смени ставот, ја променат
Σαλεύω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαλεύω

σαλεύω συνωνυμα, σαλεύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σαλεύω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σαλάτα στα σλαβομακεδονικά - салата, салатата, салата од, за салата, салати
  • σαλάχι στα σλαβομακεδονικά - зраци, ray, зраците, зрак
  • σαλιάζω στα σλαβομακεδονικά - Лига
  • σαλιαρίζω στα σλαβομακεδονικά - лига
Τυχαίες λέξεις
Σαλεύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: бран, попушти, попуштат, го смени ставот, ја променат